Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου 2013

Αδελφοποίηση των Μουσείων Ν. Καζαντζάκη και Α. Σβάιτσερ

Με το Σπίτι-Μουσείο του μεγάλου ανθρωπιστή Άλμπερτ Σβάιτσερ (Albert Schweitzer) θα αδελφοποιηθεί το Μουσείο Νίκου Καζαντζάκη, ύστερα από πρωτοβουλία της Διεθνούς Εταιρείας Φίλων Νίκου Καζαντζάκη.
Είναι το πέμπτο στη σειρά μουσείο με το οποίο προχωρά σε αδελφοποίηση το Μουσείο Καζαντζάκη μετά από εκείνα του Juan Ramón Jiménez στο Moguer της Ισπανίας, του Paul Valéry στη Sète της Γαλλίας, του Buhoslav Martinû στην Polička της Τσεχίας και του Lu Xun στο Shaoxing της Κίνας.

Η τελετή της αδελφοποίησης θα πραγματοποιηθεί στις 29 Σεπτεμβρίου 2013, στο Σπίτι-Μουσείο του Άλμπερτ Σβάιτσερ, στο Gunsbach της Αλσατίας.
Στην τελετή, θα παραβρεθεί ο Πρόεδρος του Μουσείου κ. Στέλιος Ματζαπετάκης για να υπογράψει το συμφωνητικό συνεργασίας, καθώς και η Διευθύντρια του Μουσείου κ. Βαρβάρα Τσάκα, ενώ για τις σχέσεις των δύο αντρών θα μιλήσουν η κ.Yvette Renoux-Herbert, παλαιά συνεργάτιδα του Καζαντζάκη στην ΟΥΝΕΣΚΟ και ο κ. Γιώργος Στασινάκης, Πρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας Φίλων Νίκου Καζαντζάκη.

Σημαντική βοήθεια στην οργάνωση της εκδήλωσης προσφέρει ο Σύλλογος Αλσατία-Κρήτη και ιδιαίτερα ο Πρόεδρος και Ιδρυτής του, αλλά και γνωστός για την ιδιαίτερη αγάπη του για την Κρήτη, κ. Ζαν Κλωντ Σβέντεμαν (Jean Claude Schwendemann).

Οι σχέσεις Καζαντζάκη-Σβάιτσερ

Ο Άλμπερτ Σβάιτσερ (1875-1965) ήταν Αλσατός θεολόγoς, μουσικός, φιλόσοφος και γιατρός. Ακολούθησε φιλοσοφικά τον Νίτσε και τον Τολστόι, ενώ η φιλοσοφία του συγκρίθηκε με αυτήν του Αγίου Φραγκίσκου της Ασίζης. Το 1953 τού απονεμήθηκε το βραβείο Νομπέλ Ειρήνης για την ίδρυση Νοσοκομείου στη Γκαμπόν της Αφρικής, ενώ το όνομά του έμεινε στην ιστορία για το σπουδαίο ανθρωπιστικό του έργο.

Με τον Καζαντζάκη γνωρίστηκαν στο Gunsbach της Αλσατίας, το 1955, και από τότε συνδέθηκαν με στενή φιλία. Ο Σβάιτσερ, μάλιστα, ήταν ένας από τους τελευταίους φίλους που τον επισκέφθηκαν στην κλινική του Φράιμπουργκ, τον Οκτώβριο του ’57, όπου άφησε και την τελευταία του πνοή.

Η γνωριμία τους επιβεβαίωσε στον Καζαντζάκη πως ο βίος του Αγίου Φραγκίσκου δεν ήταν παραμύθι και πως μπορεί ακόμα κι ο άνθρωπος να κατεβάσει το θαύμα πάνω στη γη. Γι΄ αυτό και το μυθιστόρημά του "Ο Φτωχούλης του Θεού", είναι αφιερωμένο στον Dr. Albert Schweitzer, τον "Άγιο Φραγκίσκο του καιρού μας".

Πηγή; nooz.gr 



Παρασκευή 6 Σεπτεμβρίου 2013

Λάθος τακτική το να "βάζεις τις φωνές" στα παιδιά






Σύμφωνα με τη μελέτη, η λεκτική βία -και όχι μόνον η σωματική- προς τους εφήβους αυξάνει τον κίνδυνο οι νέοι να εμφανίσουν κατάθλιψη, επιθετικότητα και άλλα προβλήματα συμπεριφοράς.

Όπως επισημαίνουν οι Αμερικανοί ψυχολόγοι, μπορεί οι γονείς να μην δέρνουν πια τα παιδιά τους (τουλάχιστον όχι συχνά), όμως είναι λάθος η αντίληψή τους ότι αν βάλουν τις φωνές, θα πετύχουν το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Μάλλον το αντίθετο θα συμβεί, σύμφωνα με την έρευνα.

Οι ερευνητές των πανεπιστημίων του Πίτσμπουργκ και του Μίσιγκαν, με επικεφαλής τον καθηγητή ψυχολογίας Μινγκ-Τε Γουάνγκ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό για θέματα ανάπτυξης του παιδιού "Child Development", μελέτησαν για δύο χρόνια τις επιπτώσεις που είχαν οι φωνές σε παιδιά στην αρχή της εφηβείας (ηλικία 13- 14 ετών) σε περίπου 1.000 οικογένειες, σχεδόν οι μισές από τις οποίες παραδέχτηκαν ότι κατέφευγαν στη λεκτική βία για λόγους πειθαρχίας.

Όσο συχνότερα τα παιδιά δέχονταν το έντονο κατσάδιασμα των γονιών τους, τόσο περισσότερο εμφάνιζαν ψυχολογικά και άλλα προβλήματα συμπεριφοράς στη συνέχεια της εφηβείας (αδιαφορία στο σχολείο, καταφυγή στα ψέματα, κλοπές, εκρήξεις θυμού, συμπλοκές με άλλα παιδιά κλπ).

Σύμφωνα με τους Αμερικανούς ψυχολόγους η λεκτική βία, έστω κι αν γίνεται για καλό σκοπό εκ μέρους των γονιών, συχνά ανοίγει έναν φαύλο κύκλο αντιδράσεων από το παιδί, περισσότερων φωνών από τους γονείς κ.ο.κ., με συχνή κατάληξη τα πράγματα να γίνουν χειρότερα για όλους.

«Τα ευρήματά μας εξηγούν γιατί μερικοί γονείς αισθάνονται πως όσο δυνατά κι αν φωνάξουν, τα παιδιά τους στην εφηβεία δεν τους ακούν. Τα σκληρά λόγια φαίνονται αναποτελεσματικά στο να διορθώσουν τα προβλήματα συμπεριφοράς των νέων, στην πραγματικότητα ενισχύουν αυτές τις συμπεριφορές», δήλωσε ο Μινγκ-Τε Γουάνγκ. 

«Οι γονείς που θέλουν να αλλάξουν τη συμπεριφορά των παιδιών τους, θα ήταν καλύτερο να επικοινωνήσουν μαζί τους σε ισότιμο επίπεδο και να εξηγήσουν το σκεπτικό τους και τις ανησυχίες τους» πρόσθεσε.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, ως λεκτική βία μπορεί να θεωρηθεί οποιαδήποτε ψυχολογική πίεση με θυμωμένα ή προσβλητικά λόγια προκειμένου το παιδί να νιώσει συναισθηματικά πληγωμένο, σε μια προσπάθεια να διορθωθεί ή να ελεγχθεί η συμπεριφορά του. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται οι δυνατές φωνές, τα ουρλιαχτά, οι βλαστήμιες, οι κατάρες, καθώς και οι πιο απλοί χαρακτηρισμοί των γονιών προς τα παιδιά, του τύπου «είσαι βλάκας» ή «τεμπέλης».

Η επίπτωση στα παιδιά, σύμφωνα με τη μελέτη, είναι άσχετη με το κοινωνικοοικονομικό επίπεδο της οικογένειας. 

Επίσης, η λεκτική βία έχει επιπτώσεις στα παιδιά, ακόμα κι αν οι γονείς εκδηλώνουν παράλληλα τη συναισθηματική υποστήριξή τους και τη φροντίδα τους, καθώς οι έφηβοι είναι πιθανό να ερμηνεύσουν τις φωνές των γονιών τους ως απόρριψη ή περιφρόνηση, με συνέπεια να αναπτύξουν μια εχθρική στάση απέναντι στη σχέση τους με τους γονείς τους, αλλά και μια αρνητική εικόνα για τον ίδιο τον εαυτό τους.

Όπως είπε ο Μινγκ-Τε Γουάνγκ, «είναι λάθος η εντύπωση ότι εφόσον υπάρχει ένας στενός δεσμός γονιών- παιδιού, ο έφηβος θα καταλάβει ότι «το κάνουν επειδή με αγαπούν». Η εφηβεία είναι μια πολύ ευαίσθητη περίοδος, όταν τα παιδιά προσπαθούν να αναπτύξουν την ταυτότητα του εαυτού τους. Όταν τους φωνάζετε, αυτό πλήττει την αυτο-εικόνα τους. Τους κάνει να νιώθουν πως δεν είναι ικανά, ότι είναι άχρηστα και ανάξια».

Ο καθηγητής παιδοψυχιατρικής Τίμοθι Βέρντουιν του Ιατρικού Kέντρου Langone του πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης επισήμανε ότι είναι προτιμότερο οι γονείς να επεμβαίνουν στα παιδιά τους (πχ θα δεις λιγότερη τηλεόραση), χωρίς να χρησιμοποιούν επικριτικά, τιμωρητικά και προσβλητικά λόγια. 

«Ένας έφηβος αισθάνεται πιο υπεύθυνος για τη συμπεριφορά του, όταν τον διορθώνει κάποιος (πχ ο γονιός του), τον οποίο σέβεται και θαυμάζει. Αντίθετα, οτιδήποτε κάνετε που επιτιμά και ντροπιάζει ένα παιδί, αυτό υποσκάπτει τη δύναμη που έχετε ως γονείς».



Πηγή: nooz.gr


Δευτέρα 2 Σεπτεμβρίου 2013

Σεπτέμβρης και κάθε κατεργάρης στον πάγκο του.


Στα παλιά τα χρόνια, για να ταξιδέψεις στη θάλασσα έπρεπε να ’χεις πολύ κουράγιο, γιατί σ’ όλα τα πέλαγα αλώνιζαν κουρσάρικα καράβια.

Οι μηχανές ήταν ακόμα άγνωστες και τα πλοία αρμένιζαν με τα πανιά ή με τα κουπιά.
Φαντάζεστε τι πλήρωμα θα ’χανε τα κουρσάρικα καράβια!

Οι κωπηλάτες, οι περισσότεροι ήταν συνήθως κατάδικοι (άνθρωποι των κάτεργων – δηλ. πλοίο που δούλευαν οι κατάδικοι), με σκοτεινό παρελθόν, (απ’ εδώ και η λέξη κατεργάρης=άνθρωπος χωρίς εμπιστοσύνη κλπ.).

Υπήρχαν, επίσης, πλοία την εποχή εκείνη, που ονομαζόντουσαν «κάτεργα» (πλεούμενες φυλακές). Έτσι, το πλήρωμα αυτών των πλοίων λεγόταν «κατεργάρηδες».

Όταν, λοιπόν, ο αέρας έπεφτε και το καράβι έπρεπε να συνεχίσει το δρόμο του, μια φωνή δυνατή ξεσήκωνε απ’ το ξαπόσταμά τους, τους ανθρώπους αυτούς: «Κάθε κατεργάρης στον πάγκο του».

Ήταν η διαταγή να καθίσουν και πάλι στα κουπιά, στους μακρινούς ξύλινους μπάγκους ή πάγκους (από το ιταλικό panco)!